Μωραϊτάκης: Εκπαιδευτικός σχεδιασμός και διαδικασίες αξιολόγησης

675

Άρθρο γνώμης του υποψήφιου βουλευτή Α΄Αθήνας της ΝΔ για τα κρίσιμα ζητήματα της εκπαίδευσης

I. Ο θεσμός της εκπαίδευσης. Η σημασία της εκπαίδευσης ως κοινωνικού θεσμού και οι αλλαγές που συμβαίνουν σε μια εποχή ανασφάλειας και διακινδύνευσης δεν απασχολούν ασφαλώς μόνο την ελληνική κοινωνία. Αυτό που διαφοροποιεί τα πράγματα από χώρα σε χώρα είναι οι όροι και το πλαίσιο, μέσα στο οποίο πραγματοποιείται ο δημόσιος διάλογος για την κρίση που διέρχεται παγκοσμίως ο θεσμός και για τις αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έχουν καταστεί πλέον αδήριτη ανάγκη.

Οι απόψεις ποικίλουν: από τη στάση της άκριτης ή και αμυντικής διατήρησης κατεστημένων δομών και «κεκτημένων» έως τη μεταρρύθμιση, την απορρύθμιση και τις εξατομικευμένες εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Το ζητούμενο για την εκπαίδευση, σε όλες τις βαθμίδες πρέπει να είναι πρωτίστως η νηφάλια και εμπεριστατωμένη συζήτηση όλων των πτυχών του ζητήματος. Μια τέτοια συζήτηση και εντέλει σχεδιασμός, προϋποθέτει τη χρήση ορθολογικών επιχειρημάτων για τους βέλτιστους τρόπους μετάδοσης της γνώσης και του πολιτισμού αλλά και της παραγωγής ανταγωνιστικού ανθρώπινου-κοινωνικού κεφαλαίου.

Αυτή η συζήτηση και ο σχεδιασμός έχει γίνει προ πολλού στα όργανα και στις επιτροπές προγράμματος της ΝΔ και έχουν αποτυπωθεί με συστηματικό και εμπεριστατωμένο τρόπο σε 36 κεντρικά σημεία. Οι κεντρικοί άξονες και τα επιμέρους σημεία του προγράμματος της ΝΔ για την παιδεία έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί.

Εμείς από την πλευρά μας θα θέλαμε να γονιμοποιήσουμε την ευρύτερη συζήτηση με μερικές σκέψεις. Ανεξάρτητα από την εκπαιδευτική βαθμίδα, για την οποία κάνουμε λόγο κάθε φορά, το βασικό ερώτημα αφορά στο τι είδους γνώσεις και δεξιότητες θέλουμε να αναπτύξουν τα παιδιά μας. Για να απαντηθεί με πληρότητα αυτό το ερώτημα χρειάζεται σχεδιασμός.

II. Σχεδιασμός & αξιολόγηση. Ένας ορθολογικός εκπαιδευτικός σχεδιασμός προϋποθέτει τις διαδικασίες της χαρτογράφησης, της αξιολόγησης και του τελικού σχεδιασμού, όπως ορίζονται όλα αυτά από τις αρχές των Θεωριών Διοίκησης αλλά και από την έρευνα και ανάπτυξη των βέλτιστων πρακτικών στην εκπαίδευση διεθνώς.

Στην ουσία, ένας ορθολογικός σχεδιασμός βασίζεται στην αποτίμηση του πού βρισκόμαστε στην παρούσα φάση, στον καθορισμό των προτεραιοτήτων και στόχων μας, στον σχεδιασμό ενός πλάνου επιμέρους αλλά και συνολικότερων βελτιώσεων, και τέλος, στην επιλογή των κατάλληλων μέσων επίτευξης των στόχων μας. Στα μέσα αυτά, συμπεριλαμβάνονται ασφαλώς οι διαδικασίες αυτο-αξιολόγησης, ελέγχου και πιστοποίησης της ποιότητας του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου.

Ο έλεγχος και η πιστοποίηση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου και συστήματος γενικότερα δεν μπορεί να γίνει στο κενό. Καθιστά αναγκαία τη χρήση κοινών δεικτών και διεθνών συγκριτικών δεδομένων από φορείς, όπως επί παραδείγματι ο Ο.Ο.Σ.Α.. Οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να διατρέχουν όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, ώστε να είμαστε σε θέση να αξιολογήσουμε το παραγόμενο προϊόν των εκπαιδευτικών θεσμών αλλά και τα κοινωνικά και οικονομικά αποτελέσματα από την πραγματική αύξηση ή μη της πρόσβασης στη γνώση και της αντίστοιχης διαμόρφωσης/κατάρτισης του ανθρώπινου κεφαλαίου.

Όταν κάνουμε λόγο για αξιολόγηση στο χώρο της εκπαίδευσης θα πρέπει να γίνεται αντιληπτό ότι αναφερόμαστε τόσο σε εκείνη του εξωτερικού ελέγχου και παρακολούθησης, όπως οι μελέτες των διεθνών οργανισμών, για τις οποίες έγινε λόγος προηγουμένως, όσο δε και στις διαδικασίες αυτο-αξιολόγησης, οι οποίες σχεδιάζονται και εφαρμόζονται από τον ίδιο τον εκπαιδευτικό οργανισμό κάθε φορά.

Η διεθνής βιβλιογραφία και έρευνα είναι πλούσια και για τις δύο μορφές αξιολόγησης. Θα έπρεπε μάλιστα να επισημανθεί ότι η εσωτερική αξιολόγηση διαθέτει σειρά πλεονεκτημάτων για την ελληνική πραγματικότητα, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, κατά την οποία η εκπαιδευτική κοινότητα μπορεί να είναι ακόμη κάπως καχύποπτη έναντι συνολικά της έννοιας της αξιολόγησης.

Η σύγχρονη θεώρηση της αξιολόγησης, ανεξάρτητα από ποιο μοντέλο θα προκρινόταν τελικά στην πράξη, δεικνύει ότι όλες αυτές οι διαδικασίες για να είναι αποτελεσματικές θα έπρεπε να βασίζονται στον ταυτόχρονο έλεγχο και αποτίμηση των σχολείων, των πανεπιστημίων και των λοιπών εκπαιδευτικών οργανισμών, τόσο από πάνω προς τα κάτω όσο δε και από κάτω προς τα πάνω ( top – down & bottom – up model ).

Πέραν όλων αυτών, θα έπρεπε να επισημανθεί και κάτι τελευταίο. Για να είναι αποτελεσματική η χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής και ο σχεδιασμός των επιμέρους πτυχών αυτής της πολιτικής από την προσχολική αγωγή μέχρι το πανεπιστήμιο και τους φορείς της δια-βίου εκπαίδευσης, πρέπει να έχουν λόγο όλοι οι παράγοντες της ευρύτερης εκπαιδευτικής κοινότητας, οι γονείς και τα παιδιά, οι δάσκαλοι και η επίσημη πολιτεία. Μόνο τότε η αναγκαία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θα είναι αποτελεσματική και θα στεφθεί με επιτυχία.

Αλέξανδρος Μωραϊτάκης
Υποψήφιος Βουλευτής Ν.Δ. Α’ Αθήνας

Πηγή